Η είσοδος της κυρίας Βούλτεψη στην κυβέρνηση ως κυβερνητικού εκπροσώπου, ήρθε ως επιβράβευση για τις επιδόσεις της ως "παραθυρολόγου" απέναντι στους εχθρούς της κυβέρνησης. Τα χαρακτηριστικά του λόγου της (υπερβολή, παρομειώσεις, μηδενισμός) κρίθηκαν ως απαραίτητα στο θερμό (από πλευράς λήψεως μέτρων και αποκρατικοποιήσεων) που διανύουμε. Η κρίση της απεργίας των εργαζομένων της ΔΕΗ ως παράνομης και καταχρηστικής, από τα δικαστήρια που αποτελούνται από εκείνους για τους οποίους η μόνη κατηγορία εργαζομένων που έχει μονίμως δίκιο είναι η δική τους, ήρθε ως "βούτυρο στο ψωμί της" αφού με συνεχείς ανακοινώσεις της "άστραψε και βρόντηξε" πολλαπλώς, με επιστέγασμα την ανακοίνωση ότι η απεργία είναι "κενού συνδικαλιστικού περιεχομένου". Λες και το δημόσιο συμφέρον δεν έχει ΚΑΙ συνδικαλιστικό περιεχόμενο. Λες και το αν αύριο η ιδιωτικοποίηση φέρει απολύσεις "παλαιών" (και ακριβών) εργαζομένων με παράλληλες αυξήσεις στις τιμές, δεν είναι σοβαρός λόγος απεργίας.
Τα όσα ακούγονται στα κανάλια και τα ραδιόφωνα για την απεργία από τους υποστηρικτές της κυβέρνησης είναι το λιγότερο αστεία. Από την μία αντιμετωπίζουν την απεργία ως "εσωτερική υπόθεση" της ΔΕΗ, αλλά από την άλλη θεωρούν ότι το ρεύμα αποτελεί "δημόσιο αγαθό", παραβλέποντας τους λόγους της απεργίας. Το γιατί θα πρέπει να μας απασχολεί όλους η ιδιωτικοποίηση, μέσω της διάσπασης, ενός επιπλέον 30% της ΔΕΗ, γράφτηκε πολύ καθαρά στο παρακάτω κυρίως άρθρο της "Ελευθεροτυπίας". Εμείς έχουμε αναφέρει επιπλέον στοιχεία εδώ στο παρελθόν, αλλά το άρθρο που παραθέτουμε γράφει περιληπτικά μερικές αλήθειες για την όλη υπόθεση:
"Λένε πως δεν αποκρατικοποιείται η ΔΕΗ, αλλά πωλείται το 30% για να απελευθερωθεί η αγορά ενέργειας, να αυξηθεί ο ανταγωνισμός με την είσοδο νέων παικτών και κεφαλαίων και να πέσουν οι τιμές στην κατανάλωση ρεύματος.
Δεν λένε όμως πως η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας συντελείται εδώ και μία δεκαετία (2003-2013) με συνέπεια η ΔΕΗ, που αρχικά ήλεγχε το 100% της αγοράς, σήμερα να καλύπτει λιγότερο από τα 2/3 και το υπόλοιπο τροφοδοτούν ανεξάρτητοι ιδιώτες επενδυτές. Στο διάστημα αυτό, όμως, η τιμή του ρεύματος για τα νοικοκυριά αντί να μειωθεί, χάρη στον ανταγωνισμό, αυξήθηκε 93%! Το ίδιο ακριβώς φαινόμενο μεγάλης αύξησης των τιμών σημειώθηκε και σε άλλες χώρες της Ε.Ε., όπου αυξήθηκε ο ανταγωνισμός με την είσοδο νέων παικτών στην αγορά.
Βεβαίως, την τελευταία δεκαετία αυξήθηκαν οι τιμές του πετρελαίου πολύ. Συγχρόνως, όμως, μειώθηκαν οι τιμές του φυσικού αερίου και του άνθρακα, στον οποίο η Ελλάδα ειδικά διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτημα (λιγνίτης).
Συνεπώς, ο διπλασιασμός των τιμών οφείλεται σε σημαντικό βαθμό σε άλλους παράγοντες, όπως στην υψηλή φορολογία που επέβαλε το κράτος προκειμένου, μεταξύ άλλων, να χρηματοδοτήσει την επιδοτούμενη διείσδυση του ιδιωτικού παράγοντα στην αγορά. Για τέτοιο ανταγωνισμό μιλάμε... Κάτι που προϊδεάζει και για το μέλλον που θα φέρει ο ανταγωνισμός με τη «μικρή ΔΕΗ».
Ακόμη, η σύγκριση που γίνεται με την επιτυχή ιδιωτικοποίηση του ΟΤΕ είναι αδόκιμη κι ατυχής. Γιατί είναι άλλο πράγμα η ενέργεια που απαιτεί μεγάλες επενδύσεις σε δίκτυα και υποδομές (σταθμούς μεταφοράς, μετασχηματιστές, υδροηλεκτρικά φράγματα, δρόμους κ.λπ.) κι άλλο οι τηλεπικοινωνίες, όπου οι τεχνολογίες των ηλεκτρονικών δικτύων των επιχειρήσεων τρέχουν με τόσο γρήγορους ρυθμούς, με συνέπεια την κάθετη πτώση των τιμών συσκευών (PC, TV κ.λπ.) και υπηρεσιών. Δεν ήταν ο ανταγωνισμός που έριξε τις τιμές στις τηλεπικοινωνίες, αλλά η ταχύτατη τεχνολογική πρόοδος.
Η ιδιωτικοποίηση κοινωφελών υπηρεσιών όπως ο ηλεκτρισμός είναι ενδεχομένως βραχυχρόνια καλή για τους πιστωτές της χώρας, αφού με τα χρήματα που θα λάβει το κράτος θα τους ξεπληρώσει μερικώς. Είναι επίσης καλή για τις πολυεθνικές που επιζητούν επικερδείς δραστηριότητες με κρατική υποστήριξη και στοχεύουν στον ορυκτό πλούτο της χώρας. Δεν είναι όμως καθόλου καλή για τους καταναλωτές και τους εργαζομένους που θα αντιμετωπίσουν αυξανόμενες κι απρόσιτες τιμές, χωρίς βελτίωση στην ποιότητα των υπηρεσιών και την αξιοπιστία του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας.
Περί αυτού μαρτυρούν οι αρνητικές εμπειρίες σειράς χωρών σε όλο τον κόσμο, που προχώρησαν στην ιδιωτικοποίηση, σύμφωνα και με μαρτυρίες της Παγκόσμιας Τράπεζας. Τέλος, η αξία της ΔΕΗ δεν μπορεί να υπολογιστεί μόνον με στενά οικονομικούς όρους γιατί έχει εθνική στρατηγική σημασία, όσο ακόμη υπάρχει εθνικό κράτος και δεν είμαστε μία επαρχία της Ευρώπης. Απόδειξη αυτού είναι οι πόλεμοι σε Ιράκ, Λιβύη, Συρία, Ουκρανία, η μόνιμη παρενόχληση της Τουρκίας στο Αιγαίο και η όψιμη αναζήτηση υδρογονανθράκων στις ελληνικές θάλασσες. Ο πραγματικός στόχος της παροχής ενέργειας δεν πρέπει να είναι ο ανταγωνισμός, αλλά μία διαθέσιμη, προσιτή, καθαρή, αξιόπιστη κι ασφαλής προσφορά ενέργειας."
Τα όσα ακούγονται στα κανάλια και τα ραδιόφωνα για την απεργία από τους υποστηρικτές της κυβέρνησης είναι το λιγότερο αστεία. Από την μία αντιμετωπίζουν την απεργία ως "εσωτερική υπόθεση" της ΔΕΗ, αλλά από την άλλη θεωρούν ότι το ρεύμα αποτελεί "δημόσιο αγαθό", παραβλέποντας τους λόγους της απεργίας. Το γιατί θα πρέπει να μας απασχολεί όλους η ιδιωτικοποίηση, μέσω της διάσπασης, ενός επιπλέον 30% της ΔΕΗ, γράφτηκε πολύ καθαρά στο παρακάτω κυρίως άρθρο της "Ελευθεροτυπίας". Εμείς έχουμε αναφέρει επιπλέον στοιχεία εδώ στο παρελθόν, αλλά το άρθρο που παραθέτουμε γράφει περιληπτικά μερικές αλήθειες για την όλη υπόθεση:
"Λένε πως δεν αποκρατικοποιείται η ΔΕΗ, αλλά πωλείται το 30% για να απελευθερωθεί η αγορά ενέργειας, να αυξηθεί ο ανταγωνισμός με την είσοδο νέων παικτών και κεφαλαίων και να πέσουν οι τιμές στην κατανάλωση ρεύματος.
Δεν λένε όμως πως η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας συντελείται εδώ και μία δεκαετία (2003-2013) με συνέπεια η ΔΕΗ, που αρχικά ήλεγχε το 100% της αγοράς, σήμερα να καλύπτει λιγότερο από τα 2/3 και το υπόλοιπο τροφοδοτούν ανεξάρτητοι ιδιώτες επενδυτές. Στο διάστημα αυτό, όμως, η τιμή του ρεύματος για τα νοικοκυριά αντί να μειωθεί, χάρη στον ανταγωνισμό, αυξήθηκε 93%! Το ίδιο ακριβώς φαινόμενο μεγάλης αύξησης των τιμών σημειώθηκε και σε άλλες χώρες της Ε.Ε., όπου αυξήθηκε ο ανταγωνισμός με την είσοδο νέων παικτών στην αγορά.
Βεβαίως, την τελευταία δεκαετία αυξήθηκαν οι τιμές του πετρελαίου πολύ. Συγχρόνως, όμως, μειώθηκαν οι τιμές του φυσικού αερίου και του άνθρακα, στον οποίο η Ελλάδα ειδικά διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτημα (λιγνίτης).
Συνεπώς, ο διπλασιασμός των τιμών οφείλεται σε σημαντικό βαθμό σε άλλους παράγοντες, όπως στην υψηλή φορολογία που επέβαλε το κράτος προκειμένου, μεταξύ άλλων, να χρηματοδοτήσει την επιδοτούμενη διείσδυση του ιδιωτικού παράγοντα στην αγορά. Για τέτοιο ανταγωνισμό μιλάμε... Κάτι που προϊδεάζει και για το μέλλον που θα φέρει ο ανταγωνισμός με τη «μικρή ΔΕΗ».
Ακόμη, η σύγκριση που γίνεται με την επιτυχή ιδιωτικοποίηση του ΟΤΕ είναι αδόκιμη κι ατυχής. Γιατί είναι άλλο πράγμα η ενέργεια που απαιτεί μεγάλες επενδύσεις σε δίκτυα και υποδομές (σταθμούς μεταφοράς, μετασχηματιστές, υδροηλεκτρικά φράγματα, δρόμους κ.λπ.) κι άλλο οι τηλεπικοινωνίες, όπου οι τεχνολογίες των ηλεκτρονικών δικτύων των επιχειρήσεων τρέχουν με τόσο γρήγορους ρυθμούς, με συνέπεια την κάθετη πτώση των τιμών συσκευών (PC, TV κ.λπ.) και υπηρεσιών. Δεν ήταν ο ανταγωνισμός που έριξε τις τιμές στις τηλεπικοινωνίες, αλλά η ταχύτατη τεχνολογική πρόοδος.
Η ιδιωτικοποίηση κοινωφελών υπηρεσιών όπως ο ηλεκτρισμός είναι ενδεχομένως βραχυχρόνια καλή για τους πιστωτές της χώρας, αφού με τα χρήματα που θα λάβει το κράτος θα τους ξεπληρώσει μερικώς. Είναι επίσης καλή για τις πολυεθνικές που επιζητούν επικερδείς δραστηριότητες με κρατική υποστήριξη και στοχεύουν στον ορυκτό πλούτο της χώρας. Δεν είναι όμως καθόλου καλή για τους καταναλωτές και τους εργαζομένους που θα αντιμετωπίσουν αυξανόμενες κι απρόσιτες τιμές, χωρίς βελτίωση στην ποιότητα των υπηρεσιών και την αξιοπιστία του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας.
Περί αυτού μαρτυρούν οι αρνητικές εμπειρίες σειράς χωρών σε όλο τον κόσμο, που προχώρησαν στην ιδιωτικοποίηση, σύμφωνα και με μαρτυρίες της Παγκόσμιας Τράπεζας. Τέλος, η αξία της ΔΕΗ δεν μπορεί να υπολογιστεί μόνον με στενά οικονομικούς όρους γιατί έχει εθνική στρατηγική σημασία, όσο ακόμη υπάρχει εθνικό κράτος και δεν είμαστε μία επαρχία της Ευρώπης. Απόδειξη αυτού είναι οι πόλεμοι σε Ιράκ, Λιβύη, Συρία, Ουκρανία, η μόνιμη παρενόχληση της Τουρκίας στο Αιγαίο και η όψιμη αναζήτηση υδρογονανθράκων στις ελληνικές θάλασσες. Ο πραγματικός στόχος της παροχής ενέργειας δεν πρέπει να είναι ο ανταγωνισμός, αλλά μία διαθέσιμη, προσιτή, καθαρή, αξιόπιστη κι ασφαλής προσφορά ενέργειας."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου