Η σημερινή μας ανάρτηση φιλοξενεί ένα άρθρο του Θοδωρή Διζέλου από την εφημερίδα "Παρόν" σχετικό με τους Διεθνείς Οίκους Αξιολόγησης και τον τρόπο λειτουργίας τους. Περιέχει πολλές αλήθειες και προσπαθεί να ξεδιαλύνει το μύθο γύρω απ' αυτούς:
"οι οίκοι αξιολόγησης εμφανίστηκαν αρχικά ως εταιρείες συμβούλων επιχειρήσεων σε επενδυτικά θέματα. Έτσι συνδέθηκαν με τις επιχειρήσεις των κερδοσκοπικών κεφαλαίων. Αυτή η σύζευξη των εταιρειών παροχής συμβούλων επενδύσεων με τις εταιρείες διαχείρισης κεφαλαίων αναβάθμισε τις δραστηριότητες αμφοτέρων. Οι σύμβουλοι επιχειρήσεων είδαν τον κύκλο εργασιών τους και την επιρροή τους να αυξάνονται κατακόρυφα, καθώς τα κερδοσκοπικά κεφάλαια είχαν ανάγκη να εμφανίζουν στους πελάτες τους (υποψήφιους επενδυτές) κάποια αξιολόγηση για τις επενδύσεις τους. Έτσι η δραστηριότητα των δύο αυτών κλάδων της χρηματοπιστωτικής αγοράς έγινε παράλληλη και αλληλοσυμπληρούμενη. Οι επενδύσεις γίνονταν με βάση την αξιολόγηση των επιχειρήσεων και φυσικά και των τραπεζών.
Τη μεγάλη δύναμη και επιρροή τους την απέκτησαν αυτές οι επιχειρήσεις όταν οι κεντρικές τράπεζες, και κυρίως η FED και η ΕΚΤ, άρχισαν να λαμβάνουν υπ' όψιν τους τις αξιολογήσεις των οίκων προκειμένου να αγοράσουν μετοχές ή ομόλογα κρατικά ή τραπεζών. Αυτή η σύνδεση όμως κεντρικών τραπεζών και οίκων αξιολόγησης έγινε αφορμή να αποτελέσουν αυτοί οι οίκοι βασικά εργαλεία του συστήματος στον τομέα των επενδύσεων. Οι οίκοι αξιολόγησης είχαν την ευφυή έμπνευση να ανακοινώσουν ότι θα κάνουν δωρεάν αξιολογήσεις και των εθνικών οικονομιών, δηλαδή θα παρουσιάζουν βαθμολογία με βάση τις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές εξελίξεις σε κάθε οικονομία. Αυτή η αξιολόγηση των εθνικών οικονομιών και η βαθμολόγησή τους αύξησαν κατακόρυφα τη δύναμή τους.
Όλες οι κυβερνήσεις ήθελαν να έχουν καλή βαθμολόγηση για να πουλάνε με ευκολία τα κρατικά ομόλογα. Έτσι άρχισαν να δίνουν παραγγελίες για αξιολόγηση επί πληρωμή των δημοσίων τραπεζών και των δημοσίων επιχειρήσεων. Αποτέλεσμα αυτής της τακτικής ήταν η σύνδεση των κυβερνήσεων με τους οίκους αξιολόγησης και η επέκταση της διεθνούς επιρροής τους. Οι πωλήσεις κρατικών ομολόγων βρίσκονταν σε συνάρτηση με τις βαθμολογήσεις των οίκων αξιολόγησης. Το ίδιο και για τη δανειοδότηση και την πώληση ομολόγων δημοσίων τραπεζών και δημοσίων επιχειρήσεων. Επόμενο ήταν η βαθμολόγηση να είναι συνάρτηση του κύκλου εργασιών που έκαναν οι οίκοι αυτοί με τις κυβερνήσεις. Από όσες χώρες είχαν πολλές δουλειές και πολλά έσοδα ήταν επόμενο να βλέπουν τα στοιχεία με καλό μάτι και να ανεβάζουν τη βαθμολογία τους. Έτσι δημιουργήθηκε ένα σύμπλεγμα συμφερόντων μεταξύ κυβερνήσεων, οίκων αξιολόγησης και επενδυτικών επιχειρήσεων. Κλειστό κύκλωμα συμφερόντων!
Απέκτησαν τόση δύναμη με το σύμπλεγμα αυτό, που επόμενο ήταν να οδηγηθούν σε μεροληψία και στη συνέχεια σε παραπλανητικές και εντελώς αβάσιμες αξιολογήσεις. Ο αντίκτυπος αυτής της δραστηριότητας ήταν τρομερός. Οι οικονομίες που είχαν χαμηλή βαθμολόγηση ήταν τα «μαύρα πρόβατα» της χρηματοπιστωτικής αγοράς και δυστυχώς και των κεντρικών τραπεζών και των θεσμικών επενδυτών (ασφαλιστικών ταμείων, μικρότερων τραπεζών, αμοιβαίων κεφαλαίων κ.λπ.). Οι εταιρείες επενδύσεων, που διαχειρίζονται και τα κερδοσκοπικά κεφάλαια, συμβουλεύονται τις αξιολογήσεις και τη βαθμολογία και επεμβαίνουν στους οίκους αξιολόγησης προκειμένου να πετύχουν υψηλή βαθμολογία για τις επενδύσεις εκείνες που συμφέρει η προώθησή τους. Επομένως δημιουργήθηκε και ένα πλέγμα συμφερόντων που σε πάρα πολλές περιπτώσεις, όπως θα δούμε παρακάτω, οδήγησε καθαρά σε «ακάθαρτες αξιολογήσεις». Η μεγάλη συνάφεια που υπάρχει μεταξύ κυβερνήσεων και οίκων αξιολόγησης αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι λίγες μέρες μετά την υποβάθμιση της οικονομίας των ΗΠΑ από τη Standard and Poor's (SP) o πρόεδρος της εταιρείας αυτής Ντέβεν Σάρμα υπέβαλε την παραίτησή του, ύστερα από συνεχείς πιέσεις από την κυβέρνηση και τη FED. Τη φετινή χρονιά οι οίκοι αξιολόγησης Moody's, S&P και Fitch έχουν εξαπολύσει επίθεση εναντίον των ισχυρών οικονομιών. Μέχρι στιγμής θύματά τους οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία, που έχουν υποστεί υποβάθμιση, ενώ η Γαλλία και η Ιταλία απειλούνται συνεχώς με υποβάθμιση. Η υποβάθμιση των ΗΠΑ προκάλεσε απώλειες της τάξης του 1 τρισ. δολαρίων στο Χρηματιστήριο της Wall Street. Στην Ιαπωνία εξάλλου η κυβέρνηση της χώρας αυτής για να αντιδράσει προέβη σε αύξηση του κυκλοφορούντος χρήματος, με αποτέλεσμα έντονες πληθωριστικές πιέσεις και μείωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων. Και το ερώτημα που γεννάται είναι: Τι υποκρύπτουν αυτές οι επιθέσεις εναντίον των ισχυρών οικονομιών; Πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι πίσω από τις απειλές και τις υποβαθμίσεις των εθνικών οικονομιών, και κυρίως των ισχυρών, κρύβονται οι εταιρείες επενδύσεων, οι οποίες μεταξύ των άλλων δραστηριοτήτων τους οργανώνουν και στοιχήματα για την πορεία και τις εξελίξεις στις επιμέρους εθνικές οικονομίες και στην παγκόσμια οικονομία. Και οι εταιρείες αυτές έκριναν ότι στοιχήματα με τέτοιο μεγάλο ενδιαφέρον θα έφερναν πολλά κέρδη. Βέβαια είναι γεγονός ότι η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει πολλές δυσκολίες, όπως γράψαμε και σε πρόσφατο άρθρο μας, και μια παγκόσμια κρίση είναι πιθανό να εμφανιστεί. Όμως αποτελεί ξεπεσμό το να επιταχύνεται ή να προκαλείται μια εθνική ή περιφερειακή ή παγκόσμια οικονομική κρίση, προκειμένου μια ολιγάριθμη ομάδα επενδυτών και εταιρειών επενδύσεων να επωφεληθεί από την οικονομική καταστροφή έστω και ενός κράτους. Η υποβάθμιση των ΗΠΑ από τη Moody's και τη S&P ήταν φυσικό να προκαλέσει την οργισμένη αντίδραση του Προέδρου Ομπάμα, καθώς θεώρησε την ενέργεια αυτή εχθρική πράξη εναντίον του, δεδομένου ότι από τις αρχές του επόμενου έτους αρχίζει η προεκλογική εκστρατεία για τις Προεδρικές εκλογές. Έτσι, έδωσε εντολή στο υπουργείο Δικαιοσύνης να διενεργήσει έρευνα για την αδράνεια των τριών οίκων αξιολόγησης να προειδοποιήσουν εγκαίρως για τους κινδύνους που προέρχονταν από τα τοξικά επενδυτικά προϊόντα (χορήγηση στεγαστικών δανείων σε αφερέγγυους δανειολήπτες), τα οποία είχαν κατατάξει στην ανώτατη κλίμακα της βαθμολογίας τους. Και με τον τρόπο αυτό έγιναν συνένοχοι στο ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2007, η οποία στη συνέχεια εξελίχθηκε σε κρίση και της πραγματικής οικονομίας και προκάλεσε τελικά τη σημερινή παγκόσμια οικονομική κρίση. Και σύμφωνα με τους υπολογισμούς του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, η τωρινή κρίση προκάλεσε ζημία 1,6 τρισ. δολαρίων μόνο στις ΗΠΑ. Δεν ξέρουμε πού θα καταλήξει η έρευνα αυτή, αλλά θα θέλαμε να τονίσουμε ιδιαίτερα την προτροπή της γερμανίδας καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ, ότι θα πρέπει η συμπεριφορά των κυβερνήσεων να είναι χαλαρή έναντι των αγορών, εννοώντας φυσικά ότι θα πρέπει να είναι χαλαρή έναντι των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στη διεθνή χρηματοπιστωτική αγορά. Η κ. Μέρκελ, όπως προ διετίας τορπίλισε τις εισηγήσεις του Προέδρου της Γαλλίας Σαρκοζί για τη λήψη μέτρων εναντίον των οίκων αξιολόγησης και των εταιρειών επενδύσεων, έτσι και τώρα προσπαθεί να απαλλάξει τις αμαρτωλές αυτές επιχειρήσεις από κάθε ευθύνη για την παγκόσμια κρίση, που κλόνισε μεταξύ των άλλων και τις δημοσιονομικές ισορροπίες όχι μόνο των ασθενών οικονομιών αλλά και των ισχυρών.
Τα «λάθη» στη βαθμολογία των οίκων αξιολόγησης δείχνουν πόσο βρώμικα είναι τα κριτήρια που ακολουθούν για την κατάταξη των εθνικών οικονομιών και των επιχειρήσεων. Τα παραδείγματα είναι πολλά. Αναφέρουμε ενδεικτικά μόνο δύο: Τέσσερις μήνες πριν από την κατάρρευση της Ιρλανδίας και την υπαγωγή της στον Μηχανισμό Στήριξης της «τρόικας» οι οίκοι αξιολόγησης διατηρούσαν τη χώρα αυτή στην ανώτατη βαθμολογία, και τούτο γιατί η Ιρλανδία είχε καταστεί προτεκτοράτο της οικονομικής ελίτ. Οι ξένες επιχειρήσεις αλώνιζαν τη χώρα αυτή ανεμπόδιστα και οι επιθυμίες τους ήταν για την ιρλανδική κυβέρνηση νόμοι του κράτους. Φυσικά οι οίκοι αξιολόγησης γνώριζαν λεπτομερώς την οικονομική κατάσταση της Ιρλανδίας και την επικείμενη κατάρρευση, αλλά η ανώτατη βαθμολογία εξυπηρετούσε τα συμφέροντα των επιχειρήσεων που ασχολούνται με επενδύσεις, στοιχήματα και τα χρηματιστηριακά παράγωγα προϊόντα, τα περίφημα CDS (τα γνωστά μας ασφάλιστρα κινδύνου χρεοκοπίας). Ένα δεύτερο παράδειγμα είναι η βαθμολόγηση της γνωστής εταιρείας Lehman Brothers. Τρεις ημέρες πριν από την πτώχευσή της, οι οίκοι αξιολόγησης την είχαν κατατάξει στην ανώτατη βαθμολογία. Έτσι διευκόλυναν τις εταιρείες επενδύσεων να απαλλαγούν από τις μετοχές της Lehman Brothers και να τις διαθέσουν σε υψηλή τιμή, προκαλώντας σημαντικές ζημίες στους ανυποψίαστους επενδυτές.
Όλα αυτά και πολλά άλλα παραδείγματα αποδεικνύουν τα βρώμικα παιχνίδια που παίζουν οι εταιρείες αξιολόγησης. Μπορούμε ανεπιφύλακτα να τις ονομάσουμε δυνάμεις μυστικής ισχύος που καθορίζουν τις τύχες των λαών. Και με το δεδομένο αυτό, δεν μας κάνει εντύπωση η άρνηση της ΕΕ και της Ευρωζώνης να δημιουργήσουν μια εταιρεία αξιολόγησης που να δρα με εντελώς αντικειμενικά κριτήρια."
Και για να μην ξεχνιόμαστε.. Σε συνέχεια του πρόσφατου σχολιασμού μας όσο αφορά τη στάση της κυβέρνησης απέναντι στους πολίτες, σας μεταφέρουμε ένα εξαιρετικό άρθρο του Παντελή Μπουκάλα που δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή:
"Παρά τα όσα λένε δημοσίως, κυρίως προεκλογικά, οι πολιτικοί ηγέτες και ηγετίσκοι δεν έχουν σε μεγάλη εκτίμηση τον λαό που θέλουν να κυβερνήσουν, κάνοντάς του τη μέγιστη χάρη να τον «σώσουν», παρότι ο ίδιος ούτε το αξίζει, ούτε νοιάζεται ή προσπαθεί στα σοβαρά. Κολακεύουν βέβαια τους πολίτες, ακολουθώντας τη μακρά παράδοση της δημοκοπίας και επαινούν την «κρίση, την ευαισθησία και τη μνήμη» του λαού. Τα λεγόμενά τους αυτά ωστόσο είναι ισοβαρή με τις εξαγγελίες τους για «επανιδρύσεις», «μεταρρυθμίσεις», «αναγεννήσεις» κ.τ.λ. Λίγο να απομακρυνθούν από την κάμερα και τα μαγνητόφωνα, να βρεθούν μεταξύ τους, μέσα στο εξουσιαστικό κέλυφός τους, κι αρχίζουν τις ειρωνείες και τα αναθέματα για τους «ανώριμους», τους «αμνήμονες», τους «απείθαρχους», τους «βολεψάκηδες», τους «τεμπελχανάδες», που χρειάζονται βούρδουλα και παιδονόμους.
Πού και πού πάντως βρίσκεται κάποιος και «τα λέει έξω από τα δόντια». Και δεν μιλάω για απόμαχους τύπου Κ. Μητσοτάκη, μετρ της γλωσσικής ωμότητας έτσι κι αλλιώς, αλλά για μάχιμους, και δη αντιπροέδρους κυβερνήσεων. Στον δρόμο που χάραξε ο κ. Πάγκαλος, λοιπόν, και που θα μπορούσαμε να τον ονομάσουμε «τρίτο δρόμο προς τον κυνισμό», εις μνήμην του «τρίτου δρόμου προς τον σοσιαλισμό», βρέθηκε ασθμαίνων, για να μη χάσει τα πρωτεία, και ο κ. Βενιζέλος. Κι αν ο παλαιός αντιπρόεδρος απευθύνθηκε προς τους «κοπρίτες» για να μας καταγγείλει ότι «μαζί τα φάγαμε», ο νεότερος, ομολογουμένως με μεγαλύτερη δικανική ευελιξία, μας κατσάδιασε για την ανωριμότητά μας, η οποία τον αναγκάζει να ευχαριστήσει τους υπερελεγκτές της τρόικας που είχαν την καλοσύνη να αναλάβουν ακερδώς το έργο του σωφρονισμού ημών των ασυμμορφώτων. «Ευτυχώς που υπάρχει ο διεθνής έλεγχος», αναφώνησε στη Βουλή των Ελλήνων ο κ. Βενιζέλος, εισάγοντας το δόγμα της εθελουσίας υποταγής, της υποτέλειας και της ταυτόχρονης βάναυσης υποτίμησης του κοινωνικού σώματος, που κρίνεται ανάξιο των περιστάσεων, αλλά και ανάξιο να δώσει θεσμική λύση, αφού, κατά τον κ. αντιπρόεδρο, οι εκλογές είναι θεμέλιο της δημοκρατίας, παράγουν όμως αδιέξοδα, οπότε, υποθέτουμε, κάτι περιττεύει, είτε οι εκλογές είτε η δημοκρατία. Κι αν σκεφτούμε πως αυτοί που τώρα κυβερνούν αφενός έχουν ισχνότατη πολιτική νομιμοποίηση και αφετέρου διοικούν κατά πώς ορίζουν οι τροϊκανοί με το τηλεχειριστήριό τους, κατανοούμε τι ακριβώς έχει κριθεί περιττό.
Ολοκληρώνοντας την εκβιαστική και εκφοβιστική δημηγορία του, ο κ. Βενιζέλος μάς κάλεσε να τηρήσουμε αυτοκριτικώς ενός λεπτού σιγή. Τηρώ την εντολή του. Και, σιωπών, διαβάζω από μέσα μου μια φράση του Θουκυδίδη, μεταφρασμένη από άλλον Βενιζέλο, τον Ελευθέριο: «Ο χρηστός τωόντι πολίτης οφείλει να δεικνύη τον εαυτόν του καλλίτερον ρήτορα, όχι δι’ εκφοβισμού των αντιφρονούντων, αλλά δι’ επιχειρημάτων καλής πίστεως»."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου