Το αν ο Μαδούρο κάνει καλή ή κακή δουλειά στην Βενεζουέλα, είναι μάλλον προφανές και δεν χρειάζεται συζήτηση. Η οικονομία της χώρας πάει από το κακό στο χειρότερο, οι Βενεζουλεανοί φεύγουν με ό,τι μέσο μπορούν από την χώρα τους, τα χρήματα έχουν ελάχιστη αξία και υπάρχουν ελλείψεις βασικών αγαθών της καθημερινότητας.
Επίσης δεν χαίρει αμφισβήτησης το γεγονός ότι ο Μαδούρο ΔΕΝ είναι αρεστός στην συντριπτική πλειοψηφία των χωρών του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. Ακραιφνής σοσιαλιστής (εντός εισαγωγικών), Ρωσόφιλος και λαϊκίζων, συνέχισε την πολιτική του Τσάβες και προς το παρόν φαίνεται να κρατάει γερά τα γκέμια του ενεργειακού πλούτου της χώρας του - ενώ παράλληλα έχει και μια τάση του να μην ακολουθεί τις "αμερικανικές συστάσεις" όσο αφορά τον ποιον θα κάνει "παρέα" και ποιον όχι. Αυτόματα αυτό τον κάνει αντιπαθή στους ηγέτες και συμπαθή σε πάρα πολλούς απλούς ανθρώπους, που θα ονειρεύονταν τέτοια αντίσταση απέναντι στις εξωτερικές επιβουλές και από τους δικούς τους ηγέτες.
Παρόλα αυτά όμως και ανεξάρτητα με το αν κάποιοι το θυμούνται ή όχι, ο Μαδούρο κέρδισε τις προεδρικές εκλογές στην χώρα του, τον Μάιο του 2018. Μπορεί η συμμετοχή να ήταν περίπου το 40%, αλλά κέρδισε με μεγάλη διαφορά που, ανεξάρτητα με το αν υπήρξε νοθεία ή όχι, ήταν καταλυτική: 67.8% για εκείνον, 20.9% για τον Φαλκόν και 10.8% για τον Μπερτούτσι. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να πούμε ότι στις εκλογές του 2018 - τις οποίες κατηγορεί σχεδόν σύσσωμη η Δύση ως "νοθευμένες"- η Ε.Ε. δεν είχε δικούς της παρατηρητές παρότι είχε προσκληθεί να παράσχει. Παρόλα αυτά δέχτηκε - εκ του μακρόθεν - τις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης, δημοσιεύοντας καταδικαστικές επιστολές, οι οποίες όμως ΔΕΝ έφτασαν στο σημείο να χαρακτηρίσουν τη διαδικασία ως "άκυρη". Ακόμα είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το ότι παρόλα αυτά και μέχρι τις αρχές του Γενάρη του 2019 (δηλαδή 7 μήνες μετά τις εκλογές) κανείς δε ζήτησε επιτακτικά την "επανάληψη" των εκλογών, θεωρώντας την εκλογή του ως άκυρη. Επομένως ο λαός μίλησε και ψήφισε τον Μαδούρο για πρόεδρο για άλλα 6 χρόνια. Καλώς ή κακώς.
Έτσι οι τελευταίες εξελίξεις, με τον (αμερικανόφιλο) πρόεδρο της εθνοσυνέλευσης Γκουαϊδό να υποκινεί ανταρσία στο κοινοβούλιο της Βενεζουέλας και ν' αυτοανακηρύσσεται "μεταβατικός" πρόεδρος της χώρας και με σειρά χωρών της Ε.Ε. και της αμερικανικής ηπείρου να τον "αναγνωρίζουν", είναι το λιγότερο εξοργιστικές.
Βέβαια - όπως σε όλα - υπάρχει μια "δημοκρατική" συγκάλυψη, αφού οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. ζητούν επανάληψη των εκλογών (χωρίς τον Μαδούρο), αφού προφανώς αφού το προηγούμενο αποτέλεσμα δεν τους άρεσε.
Και κάπου εδώ κάπου παρουσιάζεται και ο Τσίπρας. Ενώ οι περισσότεροι αρχηγοί κρατών της Ε.Ε. εμφανίζονται σθεναρά ενάντια στον Μαδούρο ή κρατούν μια μισο-ουδέτερη στάση, εκείνος φαίνεται να είναι αντίθετος στις εκκλήσεις για αλλαγή προέδρου. Είναι τέτοιος δε ο εκνευρισμός ορισμένων που υποχρέωσαν τον Γκουαϊδό, ν' αποστείλει μήνυμα στην Ελλάδα να συνταχθεί με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της ΕΕ για την "αποκατάσταση της δημοκρατίας", χαρακτηρίζοντας "ανησυχητική" την έως τώρα στάση της.
Είναι αλήθεια ότι ο Πρωθυπουργός της χώρας μας έχει κρατήσει κρυμμένο πολύ καιρό μέσα του τον επαναστάτη. Τέσσερα χρόνια για κάποιον που έχει δώσει στα παιδιά του ονόματα εμπνευσμένα από μεγάλους επαναστάτες της παγκόσμιας ιστορίας είναι πολλά. Έτσι ήταν γραφτό κάποια στιγμή ότι θα γινόταν η έκρηξη. Αυτό έγινε στην περίπτωση της Βενεζουέλας.
Πέραν από την πλάκα όμως, εδώ η χώρα μας έκανε το σωστό (ανεξάρτητα με τα κίνητρα που είχε ή τη θεωρητική ιδεολογική συγγένεια μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Μαδούρο), όπως το έκανε και στην περίπτωση του πραξικοπήματος ενάντια στον Ερντογάν: στήριξε τη νόμιμη και εκλεγμένη κυβέρνηση.
Αν και η στάση των ΗΠΑ δεν προκαλεί εντύπωση (είναι γνωστή η τάση της για υποκίνηση/στήριξη πραξικοπημάτων και πρόεδρων-μαριονετών στην Λατινική Αμερική), είναι αδιανόητο από την Ε.Ε. να αναγνωρίζει "μεταβατικούς" Προέδρους σε μια χώρα που έκανε εκλογές μόλις πριν λίγους μήνες. Αν και είναι γνωστή εδώ και χρόνια η απέχθεια των ηγετών της Ε.Ε. για την τήρηση της λαϊκής βούλησης, είναι η πρώτη φορά που υποστηρίζει ανατροπή εκλεγμένου ηγέτη τόσο ανοιχτά. Είναι προφανές ότι ο ρόλος της, δεδομένης της κρίσης, θα έπρεπε να είναι συμβουλευτικός προωθώντας ουσιαστικές συνομιλίες - κάτι βέβαια που δεν έκανε ούτε στην Συρία, με τα γνωστά αποτελέσματα. Ευτυχώς - προς το παρόν - η χώρα μας παραμένει αξιοπρεπής. Το για πόσο, θα το δούμε...
Επίσης δεν χαίρει αμφισβήτησης το γεγονός ότι ο Μαδούρο ΔΕΝ είναι αρεστός στην συντριπτική πλειοψηφία των χωρών του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. Ακραιφνής σοσιαλιστής (εντός εισαγωγικών), Ρωσόφιλος και λαϊκίζων, συνέχισε την πολιτική του Τσάβες και προς το παρόν φαίνεται να κρατάει γερά τα γκέμια του ενεργειακού πλούτου της χώρας του - ενώ παράλληλα έχει και μια τάση του να μην ακολουθεί τις "αμερικανικές συστάσεις" όσο αφορά τον ποιον θα κάνει "παρέα" και ποιον όχι. Αυτόματα αυτό τον κάνει αντιπαθή στους ηγέτες και συμπαθή σε πάρα πολλούς απλούς ανθρώπους, που θα ονειρεύονταν τέτοια αντίσταση απέναντι στις εξωτερικές επιβουλές και από τους δικούς τους ηγέτες.
Παρόλα αυτά όμως και ανεξάρτητα με το αν κάποιοι το θυμούνται ή όχι, ο Μαδούρο κέρδισε τις προεδρικές εκλογές στην χώρα του, τον Μάιο του 2018. Μπορεί η συμμετοχή να ήταν περίπου το 40%, αλλά κέρδισε με μεγάλη διαφορά που, ανεξάρτητα με το αν υπήρξε νοθεία ή όχι, ήταν καταλυτική: 67.8% για εκείνον, 20.9% για τον Φαλκόν και 10.8% για τον Μπερτούτσι. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να πούμε ότι στις εκλογές του 2018 - τις οποίες κατηγορεί σχεδόν σύσσωμη η Δύση ως "νοθευμένες"- η Ε.Ε. δεν είχε δικούς της παρατηρητές παρότι είχε προσκληθεί να παράσχει. Παρόλα αυτά δέχτηκε - εκ του μακρόθεν - τις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης, δημοσιεύοντας καταδικαστικές επιστολές, οι οποίες όμως ΔΕΝ έφτασαν στο σημείο να χαρακτηρίσουν τη διαδικασία ως "άκυρη". Ακόμα είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το ότι παρόλα αυτά και μέχρι τις αρχές του Γενάρη του 2019 (δηλαδή 7 μήνες μετά τις εκλογές) κανείς δε ζήτησε επιτακτικά την "επανάληψη" των εκλογών, θεωρώντας την εκλογή του ως άκυρη. Επομένως ο λαός μίλησε και ψήφισε τον Μαδούρο για πρόεδρο για άλλα 6 χρόνια. Καλώς ή κακώς.
Έτσι οι τελευταίες εξελίξεις, με τον (αμερικανόφιλο) πρόεδρο της εθνοσυνέλευσης Γκουαϊδό να υποκινεί ανταρσία στο κοινοβούλιο της Βενεζουέλας και ν' αυτοανακηρύσσεται "μεταβατικός" πρόεδρος της χώρας και με σειρά χωρών της Ε.Ε. και της αμερικανικής ηπείρου να τον "αναγνωρίζουν", είναι το λιγότερο εξοργιστικές.
Βέβαια - όπως σε όλα - υπάρχει μια "δημοκρατική" συγκάλυψη, αφού οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. ζητούν επανάληψη των εκλογών (χωρίς τον Μαδούρο), αφού προφανώς αφού το προηγούμενο αποτέλεσμα δεν τους άρεσε.
Και κάπου εδώ κάπου παρουσιάζεται και ο Τσίπρας. Ενώ οι περισσότεροι αρχηγοί κρατών της Ε.Ε. εμφανίζονται σθεναρά ενάντια στον Μαδούρο ή κρατούν μια μισο-ουδέτερη στάση, εκείνος φαίνεται να είναι αντίθετος στις εκκλήσεις για αλλαγή προέδρου. Είναι τέτοιος δε ο εκνευρισμός ορισμένων που υποχρέωσαν τον Γκουαϊδό, ν' αποστείλει μήνυμα στην Ελλάδα να συνταχθεί με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της ΕΕ για την "αποκατάσταση της δημοκρατίας", χαρακτηρίζοντας "ανησυχητική" την έως τώρα στάση της.
Είναι αλήθεια ότι ο Πρωθυπουργός της χώρας μας έχει κρατήσει κρυμμένο πολύ καιρό μέσα του τον επαναστάτη. Τέσσερα χρόνια για κάποιον που έχει δώσει στα παιδιά του ονόματα εμπνευσμένα από μεγάλους επαναστάτες της παγκόσμιας ιστορίας είναι πολλά. Έτσι ήταν γραφτό κάποια στιγμή ότι θα γινόταν η έκρηξη. Αυτό έγινε στην περίπτωση της Βενεζουέλας.
Πέραν από την πλάκα όμως, εδώ η χώρα μας έκανε το σωστό (ανεξάρτητα με τα κίνητρα που είχε ή τη θεωρητική ιδεολογική συγγένεια μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Μαδούρο), όπως το έκανε και στην περίπτωση του πραξικοπήματος ενάντια στον Ερντογάν: στήριξε τη νόμιμη και εκλεγμένη κυβέρνηση.
Αν και η στάση των ΗΠΑ δεν προκαλεί εντύπωση (είναι γνωστή η τάση της για υποκίνηση/στήριξη πραξικοπημάτων και πρόεδρων-μαριονετών στην Λατινική Αμερική), είναι αδιανόητο από την Ε.Ε. να αναγνωρίζει "μεταβατικούς" Προέδρους σε μια χώρα που έκανε εκλογές μόλις πριν λίγους μήνες. Αν και είναι γνωστή εδώ και χρόνια η απέχθεια των ηγετών της Ε.Ε. για την τήρηση της λαϊκής βούλησης, είναι η πρώτη φορά που υποστηρίζει ανατροπή εκλεγμένου ηγέτη τόσο ανοιχτά. Είναι προφανές ότι ο ρόλος της, δεδομένης της κρίσης, θα έπρεπε να είναι συμβουλευτικός προωθώντας ουσιαστικές συνομιλίες - κάτι βέβαια που δεν έκανε ούτε στην Συρία, με τα γνωστά αποτελέσματα. Ευτυχώς - προς το παρόν - η χώρα μας παραμένει αξιοπρεπής. Το για πόσο, θα το δούμε...