Από αρχαιοτάτων χρόνων το εθνικό σπορ των Ελλήνων ήταν η ανθρωποφαγία. Τίποτα δεν χαιρόμαστε περισσότερο ως λαός από το να μηδενίζουμε τους άξιους και τους ξεχωριστούς. Με την πρώτη αφορμή αυτοί που μέχρι χθες "ήταν στις καρδιές μας" γίνονται φαύλοι και αποτυχημένοι.
Η ελληνική ιστορία βρίθει παραδειγμάτων από ανθρώπων που πρόσφεραν πολλά αλλά στο τέλος πέθαναν στις φυλακές και τις εξορίες. Οι εποχές εξελίχθηκαν - πλέον δε δημεύουμε περιουσίες, ούτε εξορίζουμε.
Έχουμε όμως κάτι καλύτερο.
Το Facebook.
Ο Μίκης Θεοδωράκης αποτελεί - είτε αρέσει είτε όχι - μια από τις σπουδαιότερες εν ζωή προσωπικότητες της χώρας. Έχει πάει παντού, έχει συζητήσει με τους πάντες, έχει κάνει πολλά και έχει περάσει περισσότερα. Έχει φάει ξύλο (και έχει δώσει κιόλας), έχει κυνηγηθεί, έχει μισηθεί από πολλούς και έχει αγαπηθεί από περισσότερους.
Όντας αριστερός καλλιτέχνης, διεθνούς εμβέλειας προστατεύθηκε από την αριστερά, γιατί ποτέ του δεν έμεινε "πίσω" - σε αντίθεση με άλλους αριστερούς. Πάντα μπροστά και πάντα στους αγώνες. Έτσι όντας συνεργαζόμενος με το ΚΚΕ, εκλέχτηκε βουλευτής και υπήρξε υποψήφιος δήμαρχος Αθηνών.
Του συγχωρέθηκε γρήγορα και η συνεργασία του ως "ανεξάρτητου" βουλευτή με την ΝΔ στα 1990, διατελώντας υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου και Επικρατείας υπό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Το πως και το γιατί έγινε αυτή η συνεργασία ο πολύς κόσμος δε το κατάλαβε - και πολύ περισσότερο η αριστερά που τον θεωρούσε "δικό της". Μικρή σημασία είχαν οι λόγοι αυτής της συνεργασίας που βασικά ήταν η πίστη του Μίκη ότι έπρεπε να συνεργαστεί με την μόνη δυνατή εναλλακτική λύση εξουσίας ώστε η Ελλάδα να φύγει από τον κυκαιώνα των σκανδάλων της τελευταίας Πασοκικής περιόδου.
Ο Μίκης συνέχισε να μιλάει και ν' αντιδράει σε όλα όσα εκείνος θεωρούσε ως "κακώς κείμενα", με τον κόσμο να τον περιβάλλει με αγάπη. Με το μνημόνιο μπήκε μπροστά και πάλι - προσπάθησε να κάνει την "Σπίθα" στα πρώτα μνημονιακά χρόνια, αλλά γρήγορα το εγχείρημα κατέρρευσε αφού εκείνος ήταν μεγάλος για να γυρίζει την Ελλάδα και να ξεσηκώνει το λαό, και όσοι τον ακολούθησαν δεν είχαν το εκτόπισμα να συν-ηγηθούν μιας τέτοιας προσπάθειας, χωρίς πόρους και υποστήριξη από τα ΜΜΕ.
Στην αρχή της εποχής του ΣΥΡΙΖΑ στάθηκε κριτικά υπέρ του - πιστεύοντας και αυτός όπως και τόσοι άλλοι ότι ο Αλέξης Τσίπρας είχαν τη διάθεση και τις δυνάμεις ν' αλλάξουν τα πράγματα. Όταν οι προσδοκίες διαψεύστηκαν, άρχισε να είναι έντονα επικριτικός - με τον μόνο τρόπο που μπορούσε πλέον να το κάνει, δηλαδή γράφοντας επιστολές. Κάτι τέτοιο βέβαια ήταν εύκολο ν' αντιμετωπιστεί: Με την μετατροπή του Τσίπρα σε "καλό παιδί των μνημονίων" συστρατεύτηκαν μαζί του η πλειοψηφία των καθεστωτικών ΜΜΕ και των ιστοσελίδων. Έτσι οι θέσεις Θεοδωράκη δεν τύγχαναν κάποιας σοβαρής παρουσίασης και όπου αυτές έκαναν την εμφάνισή τους, αντιμετωπίζοντας ως τα γράμματα του "γκρινιάρη παππού", τον οποίο όλοι τον αγαπάμε αλλά κανείς δεν τον παίρνει στα σοβαρά.
Κάπου σιγά-σιγά άρχισε η αργή αλλά σταθερή αποδόμησή του. Όχι πια από τους ακροδεξιούς που (πάντα) προσπαθούσαν να παρουσιάσουν τον Μίκη και τον Γλέζο ως "άκαπνους", αλλά πλέον από τη νέα φουρνιά των "αριστερών" με τα Gucci και τα Iphone X. Εκείνων δηλαδή που απέκτησαν θέσεις στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αν και φαύλοι, λόγω της παρουσίας του στα κομματικά όργανα της Νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ (η οποία αριθμητικά ούτως ή άλλως ήταν μικρή) και που φυσικά δεν είχαν καμία διάθεση να χάσουν τη θέση που (χωρίς κόπο) απέκτησαν. Στις εποχές των 400 ευρώ, το 3χίλιαρο της κυβερνητικής θέσης δεν χάνεται εύκολα. Μαζί τους και μια στρατιά αριστερών διανοητών και δημοσιογράφων που όντας ημιμαθείς και αστοιχείωτοι, και παραβλέποντας τη σταθερή πατριωτική θέση της αριστεράς σε πολλές περιόδους της ελληνικής ιστορίας, δεν άντεχαν τον πατριωτικό/επικριτικό λόγο του και που δεν μπορούσαν να διανοηθούν μια τέτοια ιστορική στιγμή (δηλ. η Ελλάδα να έχει "αριστερό" Πρωθυπουργό) δεν υπάρχει αριστερός Έλληνας που να μην χειροκροτά την κάθε ηλιθιότητα που κάνει ο Αλέξης Τσίπρας.
Την ίδια ώρα όμως που συνέβαιναν όλα αυτά, οι ίδιοι άνθρωποι που καθοδηγούσαν τις επιθέσεις ενάντια στον Μίκη δεν έχαναν ευκαιρία να ζητούν ακροάσεις για να πάρουν "συμβουλές" και "γνώμες", κάνοντας δηλώσεις και βγάζοντας φωτογραφίες με τον Μίκη.
Το πράγμα όμως βγήκε εκτός ελέγχου με την ανακοίνωση ότι ο Μίκης θα ήταν ο κύριος συνομιλητής στο συλλαλητήριο της Αθήνας στις 4 του Φλεβάρη. Εκεί όλοι εκείνοι που δεν μπορούν να χωρίσουν δύο γαϊδάρων άχυρα (και που προφανώς δεν μπορούμε να έχουμε την απαίτηση να καταλάβουν τη διαφορά "πατριώτη" και "εθνικιστή"), έδωσαν ρεσιτάλ μηδενισμού και ανθρωποφαγίας, χαρακτηρίζοντας λίγο εως πολύ τον Μίκη ως "ξεμωραμένο". Δεν κατάλαβαν το χιούμορ που έκανε στην αρχή (δεν είχαμε τέτοια απαίτηση - η "αριστερά" ποτέ δε φημιζόταν για το χιούμορ της εξάλλου σε κομματικές συγκεντρώσεις και αποστολές) όταν μιλούσε για τ' αδέρφια του - τους "φασίστες", δεν έπιασαν το υπονοούμενο περί "αριστερού φασισμού" (σαφής αναφορά στην επίθεση στο σπίτι του από "αναρχικούς" που έχουν προνομιακή σχέση με υψηλά στελέχη της σημερινής κυβέρνησης) και δεν κατανόησαν το αυτονόητο: όταν μιλάμε για την πατρίδα μας και την ιστορία μας, δεν μπορείς ν' αποκλείσεις κανένα βάζοντας του ταμπέλες. Όπως στον πόλεμο δεν διαλέγεις με το ποιον θα πολεμήσεις στο πλάι σου, έτσι και σε τέτοιες περιπτώσεις δεν μπορείς να πεις "όποιος φοράει περικεφαλαία ή ράσο δεν μπορεί να έρθει στο συλλαλητήριο γιατί στην Αυγή ή στο News24 βγάζουν σπυριά μόλις δουν τέτοια". Εδώ χρειαζόμαστε τους πάντες να δηλώσουν παρόν απέναντι στην κλοπή. Και αυτό το έχει δείξει πρώτη η αριστερά με την περίφημη επιστολή Ζαχαριάδη, μέσα από τις φυλακές στο ξεκίνημα του ελληνο-ιταλικού πολέμου.
Ο Μίκης πήγε στο συλλαλητήριο γνωρίζοντας όλα τα παραπάνω. Ξέροντας πολύ καλά το ότι η Χρυσή Αυγή θα ήταν σύσσωμη παρούσα στο συλλαλητήριο, και που οφείλεται ΞΕΚΑΘΑΡΑ στο ότι η δικαιοσύνη δεν έχει κάνει σωστά τη δουλειά της πέντε χρόνια μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Ο Μίκης ήξερε πολύ καλά ότι ο φασισμός δεν πολεμάτε δίνοντας του ζωτικό χώρο ρίχνοντας αναθέματα στα συλλαλητήρια ή μηδενίζοντάς τη συμμετοχή του κόσμου σ' αυτά (ναι το είδαμε και αυτό: στα 2018, με τα social media στο φόρτε τους, η αστυνομία και το Μαξίμου μίλησαν για "μερικές δεκάδες χιλιάδες κόσμου").
Αυτά όμως είναι ψιλά γράμματα. Η κυβέρνηση έχει συντεταγμένη υπηρεσία - αφού έριξε τους Έλληνες σε μόνιμη επιτροπεία και αιώνια capital controls, αφού ξεπούλησε λιμάνια και αεροδρόμια και αφού παρέδωσε ακόμα και τη φέτα στους Καναδούς δεν μπορούσε να μην προσπαθήσει να "λύσει" και το πρόβλημα με την ονομασία των Σκοπίων (για τους γνωστούς λόγους που έχουμε γράψει στο παρελθόν). Εδώ όμως έπαιξε και έχασε γιατί ο κόσμος αντέδρασε. Το συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης το έδειξε ξεκάθαρα, το ίδιο και οι δημοσκοπήσεις. Άρα το επακόλουθο συλλαλητήριο της Αθήνας έπρεπε να απαξιωθεί - με κάθε τρόπο. Δεν μπορούσε επομένως κάποιος "Μίκης Θεοδωράκης" να συμμετέχει και να δείξει με την παρουσία του το "μείζον". Γι' αυτό στην αρχή πήγαν "με το καλό": "η κυβέρνηση προσπαθεί και διαπραγματεύεται ας μην κάνουμε τα πράγματα χειρότερα με τη συμμετοχή σας στην εκδήλωση", το οποίο έγινε "μα θα είναι όλοι οι ακροδεξιοί εκεί, τι δουλειά έχετε και εσείς" με μια ταυτόχρονη εκδήλωση ενδιαφέροντος για την εύθραυστη υγεία του μουσικοσυνθέτη. Μετά άρχισαν οι επιθέσεις από τα ΜΜΕ και τα social media, στην αρχή χαλαρά και μετά πιο έντονα, από συγκεκριμένους λογαριασμούς που έδωσαν το στίγμα. Μόνο "non-paper" δεν έβγαλε το Μαξίμου για το θέμα - επισήμως γιατί ανεπισήμως πολλοί δούλεψαν τις τελευταίες μέρες για το θέμα.
Τελικά ο Μίκης πήγε, μίλησε - και όποιος τον άκουσε κατάλαβε. Ούτε ξεμωραμένος είναι, ούτε τα έχει χάσει, ούτε είναι εθνικιστής. Προφανώς δεν έγινε φασίστας επειδή ο Κασιδιάρης έγραψε κάτι καλό γι' αυτόν ή το "Πρώτο Θέμα" έκανε πρώτο θέμα το λόγο του. Αυτό θα συνέβαινε ούτως ή άλλως.Φοβάται για το αύριο - όχι το δικό του, της χώρας και χτυπάει το καμπανάκι. Όποιος τον ακούσει δεν θα χάσει, οι υπόλοιποι μπορούν να συνεχίσουν να κοιμούνται τον ύπνο του δικαίου...
Η ελληνική ιστορία βρίθει παραδειγμάτων από ανθρώπων που πρόσφεραν πολλά αλλά στο τέλος πέθαναν στις φυλακές και τις εξορίες. Οι εποχές εξελίχθηκαν - πλέον δε δημεύουμε περιουσίες, ούτε εξορίζουμε.
Έχουμε όμως κάτι καλύτερο.
Το Facebook.
Ο Μίκης Θεοδωράκης αποτελεί - είτε αρέσει είτε όχι - μια από τις σπουδαιότερες εν ζωή προσωπικότητες της χώρας. Έχει πάει παντού, έχει συζητήσει με τους πάντες, έχει κάνει πολλά και έχει περάσει περισσότερα. Έχει φάει ξύλο (και έχει δώσει κιόλας), έχει κυνηγηθεί, έχει μισηθεί από πολλούς και έχει αγαπηθεί από περισσότερους.
Όντας αριστερός καλλιτέχνης, διεθνούς εμβέλειας προστατεύθηκε από την αριστερά, γιατί ποτέ του δεν έμεινε "πίσω" - σε αντίθεση με άλλους αριστερούς. Πάντα μπροστά και πάντα στους αγώνες. Έτσι όντας συνεργαζόμενος με το ΚΚΕ, εκλέχτηκε βουλευτής και υπήρξε υποψήφιος δήμαρχος Αθηνών.
Του συγχωρέθηκε γρήγορα και η συνεργασία του ως "ανεξάρτητου" βουλευτή με την ΝΔ στα 1990, διατελώντας υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου και Επικρατείας υπό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Το πως και το γιατί έγινε αυτή η συνεργασία ο πολύς κόσμος δε το κατάλαβε - και πολύ περισσότερο η αριστερά που τον θεωρούσε "δικό της". Μικρή σημασία είχαν οι λόγοι αυτής της συνεργασίας που βασικά ήταν η πίστη του Μίκη ότι έπρεπε να συνεργαστεί με την μόνη δυνατή εναλλακτική λύση εξουσίας ώστε η Ελλάδα να φύγει από τον κυκαιώνα των σκανδάλων της τελευταίας Πασοκικής περιόδου.
Ο Μίκης συνέχισε να μιλάει και ν' αντιδράει σε όλα όσα εκείνος θεωρούσε ως "κακώς κείμενα", με τον κόσμο να τον περιβάλλει με αγάπη. Με το μνημόνιο μπήκε μπροστά και πάλι - προσπάθησε να κάνει την "Σπίθα" στα πρώτα μνημονιακά χρόνια, αλλά γρήγορα το εγχείρημα κατέρρευσε αφού εκείνος ήταν μεγάλος για να γυρίζει την Ελλάδα και να ξεσηκώνει το λαό, και όσοι τον ακολούθησαν δεν είχαν το εκτόπισμα να συν-ηγηθούν μιας τέτοιας προσπάθειας, χωρίς πόρους και υποστήριξη από τα ΜΜΕ.
Στην αρχή της εποχής του ΣΥΡΙΖΑ στάθηκε κριτικά υπέρ του - πιστεύοντας και αυτός όπως και τόσοι άλλοι ότι ο Αλέξης Τσίπρας είχαν τη διάθεση και τις δυνάμεις ν' αλλάξουν τα πράγματα. Όταν οι προσδοκίες διαψεύστηκαν, άρχισε να είναι έντονα επικριτικός - με τον μόνο τρόπο που μπορούσε πλέον να το κάνει, δηλαδή γράφοντας επιστολές. Κάτι τέτοιο βέβαια ήταν εύκολο ν' αντιμετωπιστεί: Με την μετατροπή του Τσίπρα σε "καλό παιδί των μνημονίων" συστρατεύτηκαν μαζί του η πλειοψηφία των καθεστωτικών ΜΜΕ και των ιστοσελίδων. Έτσι οι θέσεις Θεοδωράκη δεν τύγχαναν κάποιας σοβαρής παρουσίασης και όπου αυτές έκαναν την εμφάνισή τους, αντιμετωπίζοντας ως τα γράμματα του "γκρινιάρη παππού", τον οποίο όλοι τον αγαπάμε αλλά κανείς δεν τον παίρνει στα σοβαρά.
Κάπου σιγά-σιγά άρχισε η αργή αλλά σταθερή αποδόμησή του. Όχι πια από τους ακροδεξιούς που (πάντα) προσπαθούσαν να παρουσιάσουν τον Μίκη και τον Γλέζο ως "άκαπνους", αλλά πλέον από τη νέα φουρνιά των "αριστερών" με τα Gucci και τα Iphone X. Εκείνων δηλαδή που απέκτησαν θέσεις στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αν και φαύλοι, λόγω της παρουσίας του στα κομματικά όργανα της Νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ (η οποία αριθμητικά ούτως ή άλλως ήταν μικρή) και που φυσικά δεν είχαν καμία διάθεση να χάσουν τη θέση που (χωρίς κόπο) απέκτησαν. Στις εποχές των 400 ευρώ, το 3χίλιαρο της κυβερνητικής θέσης δεν χάνεται εύκολα. Μαζί τους και μια στρατιά αριστερών διανοητών και δημοσιογράφων που όντας ημιμαθείς και αστοιχείωτοι, και παραβλέποντας τη σταθερή πατριωτική θέση της αριστεράς σε πολλές περιόδους της ελληνικής ιστορίας, δεν άντεχαν τον πατριωτικό/επικριτικό λόγο του και που δεν μπορούσαν να διανοηθούν μια τέτοια ιστορική στιγμή (δηλ. η Ελλάδα να έχει "αριστερό" Πρωθυπουργό) δεν υπάρχει αριστερός Έλληνας που να μην χειροκροτά την κάθε ηλιθιότητα που κάνει ο Αλέξης Τσίπρας.
Την ίδια ώρα όμως που συνέβαιναν όλα αυτά, οι ίδιοι άνθρωποι που καθοδηγούσαν τις επιθέσεις ενάντια στον Μίκη δεν έχαναν ευκαιρία να ζητούν ακροάσεις για να πάρουν "συμβουλές" και "γνώμες", κάνοντας δηλώσεις και βγάζοντας φωτογραφίες με τον Μίκη.
Το πράγμα όμως βγήκε εκτός ελέγχου με την ανακοίνωση ότι ο Μίκης θα ήταν ο κύριος συνομιλητής στο συλλαλητήριο της Αθήνας στις 4 του Φλεβάρη. Εκεί όλοι εκείνοι που δεν μπορούν να χωρίσουν δύο γαϊδάρων άχυρα (και που προφανώς δεν μπορούμε να έχουμε την απαίτηση να καταλάβουν τη διαφορά "πατριώτη" και "εθνικιστή"), έδωσαν ρεσιτάλ μηδενισμού και ανθρωποφαγίας, χαρακτηρίζοντας λίγο εως πολύ τον Μίκη ως "ξεμωραμένο". Δεν κατάλαβαν το χιούμορ που έκανε στην αρχή (δεν είχαμε τέτοια απαίτηση - η "αριστερά" ποτέ δε φημιζόταν για το χιούμορ της εξάλλου σε κομματικές συγκεντρώσεις και αποστολές) όταν μιλούσε για τ' αδέρφια του - τους "φασίστες", δεν έπιασαν το υπονοούμενο περί "αριστερού φασισμού" (σαφής αναφορά στην επίθεση στο σπίτι του από "αναρχικούς" που έχουν προνομιακή σχέση με υψηλά στελέχη της σημερινής κυβέρνησης) και δεν κατανόησαν το αυτονόητο: όταν μιλάμε για την πατρίδα μας και την ιστορία μας, δεν μπορείς ν' αποκλείσεις κανένα βάζοντας του ταμπέλες. Όπως στον πόλεμο δεν διαλέγεις με το ποιον θα πολεμήσεις στο πλάι σου, έτσι και σε τέτοιες περιπτώσεις δεν μπορείς να πεις "όποιος φοράει περικεφαλαία ή ράσο δεν μπορεί να έρθει στο συλλαλητήριο γιατί στην Αυγή ή στο News24 βγάζουν σπυριά μόλις δουν τέτοια". Εδώ χρειαζόμαστε τους πάντες να δηλώσουν παρόν απέναντι στην κλοπή. Και αυτό το έχει δείξει πρώτη η αριστερά με την περίφημη επιστολή Ζαχαριάδη, μέσα από τις φυλακές στο ξεκίνημα του ελληνο-ιταλικού πολέμου.
Ο Μίκης πήγε στο συλλαλητήριο γνωρίζοντας όλα τα παραπάνω. Ξέροντας πολύ καλά το ότι η Χρυσή Αυγή θα ήταν σύσσωμη παρούσα στο συλλαλητήριο, και που οφείλεται ΞΕΚΑΘΑΡΑ στο ότι η δικαιοσύνη δεν έχει κάνει σωστά τη δουλειά της πέντε χρόνια μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Ο Μίκης ήξερε πολύ καλά ότι ο φασισμός δεν πολεμάτε δίνοντας του ζωτικό χώρο ρίχνοντας αναθέματα στα συλλαλητήρια ή μηδενίζοντάς τη συμμετοχή του κόσμου σ' αυτά (ναι το είδαμε και αυτό: στα 2018, με τα social media στο φόρτε τους, η αστυνομία και το Μαξίμου μίλησαν για "μερικές δεκάδες χιλιάδες κόσμου").
Αυτά όμως είναι ψιλά γράμματα. Η κυβέρνηση έχει συντεταγμένη υπηρεσία - αφού έριξε τους Έλληνες σε μόνιμη επιτροπεία και αιώνια capital controls, αφού ξεπούλησε λιμάνια και αεροδρόμια και αφού παρέδωσε ακόμα και τη φέτα στους Καναδούς δεν μπορούσε να μην προσπαθήσει να "λύσει" και το πρόβλημα με την ονομασία των Σκοπίων (για τους γνωστούς λόγους που έχουμε γράψει στο παρελθόν). Εδώ όμως έπαιξε και έχασε γιατί ο κόσμος αντέδρασε. Το συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης το έδειξε ξεκάθαρα, το ίδιο και οι δημοσκοπήσεις. Άρα το επακόλουθο συλλαλητήριο της Αθήνας έπρεπε να απαξιωθεί - με κάθε τρόπο. Δεν μπορούσε επομένως κάποιος "Μίκης Θεοδωράκης" να συμμετέχει και να δείξει με την παρουσία του το "μείζον". Γι' αυτό στην αρχή πήγαν "με το καλό": "η κυβέρνηση προσπαθεί και διαπραγματεύεται ας μην κάνουμε τα πράγματα χειρότερα με τη συμμετοχή σας στην εκδήλωση", το οποίο έγινε "μα θα είναι όλοι οι ακροδεξιοί εκεί, τι δουλειά έχετε και εσείς" με μια ταυτόχρονη εκδήλωση ενδιαφέροντος για την εύθραυστη υγεία του μουσικοσυνθέτη. Μετά άρχισαν οι επιθέσεις από τα ΜΜΕ και τα social media, στην αρχή χαλαρά και μετά πιο έντονα, από συγκεκριμένους λογαριασμούς που έδωσαν το στίγμα. Μόνο "non-paper" δεν έβγαλε το Μαξίμου για το θέμα - επισήμως γιατί ανεπισήμως πολλοί δούλεψαν τις τελευταίες μέρες για το θέμα.
Τελικά ο Μίκης πήγε, μίλησε - και όποιος τον άκουσε κατάλαβε. Ούτε ξεμωραμένος είναι, ούτε τα έχει χάσει, ούτε είναι εθνικιστής. Προφανώς δεν έγινε φασίστας επειδή ο Κασιδιάρης έγραψε κάτι καλό γι' αυτόν ή το "Πρώτο Θέμα" έκανε πρώτο θέμα το λόγο του. Αυτό θα συνέβαινε ούτως ή άλλως.Φοβάται για το αύριο - όχι το δικό του, της χώρας και χτυπάει το καμπανάκι. Όποιος τον ακούσει δεν θα χάσει, οι υπόλοιποι μπορούν να συνεχίσουν να κοιμούνται τον ύπνο του δικαίου...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου